Η μνήμη μπορεί να κατανέμεται στις διεργασίες τοπικά ή καθολικά.
Γενικά, οι τοπικές πολιτικές κατανομής μνήμης λειτουργούν καλύτερα.
Η κατανομή μνήμης μπορεί να γίνεται με καταμερισμό διαθέσιμων πλαισίων στα ίσια ή ανάλογα με το μέγεθος των διεργασιών.
Ο αλγόριθμος Συχνότητας Σφαλμάτων Σελίδας (PFF) μπορεί να υποδείξει αν απαιτείται περισσότερη μνήμη ή αν μπορεί να παραχωρηθεί μνήμη, παρακολουθώντας τη συχνότητα αναφοράς συγκεκριμένων σελίδων.
Κατά τον έλεγχο φορτίου, αν δε χωράνε όλα τα σύνολα εργασίας στη μνήμη, προκύπτει αλώνισμα (συνεχή σφάλματα σελίδων) και ο PFF δείχνει ότι όλες οι διεργασίες θέλουν μνήμη.
Το υλικό του συστήματος δεν παρέχει κάποιο βασικό μέγεθος σελίδας.
Το μέγεθος σελίδας αποτελεί έναν συμβιβασμό μεταξύ εσωτερικής κατάτμησης στη μνήμη και μεγέθους πίνακα σελίδων.
Ο χώρος εντολών και ο χώρος δεδομένων στη μνήμη είναι πάντα ανεξάρτητοι.
Ένα πρόγραμμα που εκτελείται σε πολλές διεργασίες μπορεί να τοποθετηθεί στη μνήμη σε κοινόχρηστες σελίδες.
Στο UNIX, έχουμε αντιγραφή κατά την εγγραφή στις κοινόχρηστες σελίδες, όπου μετά το fork οι διεργασίες μοιράζονται δεδομένα αλλά έχουν διαφορετικές σελίδες.
Οι μεγάλες βιβλιοθήκες που χρησιμοποιούνται συχνά από τις διεργασίες, συμφέρει να συνδέονται δυναμικά.
Κατά την φόρτωση των DLL στη μνήμη (Windows), φορτώνονται μόνο οι συναρτήσεις που χρησιμοποιούνται από τις διεργασίες εκείνη τη στιγμή.
Όταν έχουμε κοινόχρηστες βιβλιοθήκες, κάθε διεργασία φορτώνει τη βιβλιοθήκη αλλού στον χώρο της.
Κατά τη χαρτογράφηση αρχείων στη μνήμη, τα αρχεία φορτώνονται στη μνήμη μόνιμα.
Κατά την πολιτική καθαρισμού με δαίμονα σελιδοποίησης, εκείνος φροντίζει να υπάρχουν πάντα διαθέσιμες σελίδες ελέγχοντας περιοδικά τη μνήμη.
Κατά την πολιτική καθαρισμού με δαίμονα σελιδοποίησης, εκείνος διώχνει από τη μνήμη τις σελίδες που επιλέγει.
Κατά την πολιτική καθαρισμού με ρολόι με δύο δείκτες, ο εμπρός δείκτης επιλέγει σελίδες για εγγραφή και ο πίσω επιλέγει σελίδες για αντικατάσταση.
Η διασύνδεση της εικονικής μνήμης γίνεται με έναν και μοναδικό τρόπο.