Creado por Σμαράγδα Φαρίδου
hace más de 10 años
|
||
Τα κυριότερα έργα του είναι οι 9 ομιλίες στην Εξαήμερο, ομιλίες στους Ψαλμούς, πολλές και διάφορες άλλες ομιλίες, ασκητικά έργα και επιστολές. Εκτός των άλλων έργων του, έγραψε και Θεία Λειτουργία, που, μετά την επικράτηση αυτής της συντομότερης του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, τελείται 10 φορές το χρόνο: την 1η Ιανουαρίου (όπου γιορτάζεται και η μνήμη του), τις πρώτες πέντε Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής, τις παραμονές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων, την Μ. Πέμπτη και το Μ. Σάββατο.
Ο μεγάλος αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας γεννήθηκε στην Αντιόχεια το 347 μ.Χ.(κατά άλλους το 354 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο στρατηγός Σεκούνδος και μητέρα του η Ανθούσα. Γρήγορα έμεινε ορφανός από πατέρα, και η μητέρα του - χήρα τότε 20 ετών - τον ανέθρεψε και τον μόρφωσε κατά τον καλύτερο χριστιανικό τρόπο.Κατά την Ιερατική του διακονία ανέπτυξε όλα τα ψυχικά του χαρίσματα, πύρινο θείο ζήλο και πρωτοφανή ευγλωττία στα κηρύγματα του. Έσειε και συγκλόνιζε τα πλήθη της Αντιόχειας και συγκινούσε τις ψυχές τους βαθύτατα. Η φήμη του αυτή έφτασε μέχρι τη βασιλεύουσα και έτσι, την 15η Δεκεμβρίου 397 μΧ., με κοινή ψήφο βασιλιά Αρκαδίου και Κλήρου, έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, κάτι που ο ίδιος δεν επεδίωξε ποτέ. Και από την θέση αυτή ο Ιερός Χρυσόστομος, εκτός άλλων, υπήρξε αυστηρός ασκητής και δεινός ερμηνευτής της Αγίας Γραφής, όπως φαίνεται από τα πολλά συγγράμματα του (διασώθηκαν 804, περίπου, ομιλίες του). Έργο του επίσης είναι και η Θεία Λειτουργία, που τελούμε σχεδόν κάθε Κυριακή, με λίγες μόνο, από τότε μετατροπές.
Από μικρός ήταν φιλομαθής και επιμελής κι έκανε λαμπρές και εξαίρετες σπουδές στη Ναζιανζό, στην Καισαρεία της Καππαδοκίας, στην Καισαρεία της Παλαιστίνης, στην Αλεξάνδρεια και τέλος στην Αθήνα. Εκεί γνωρίστηκε με το συμπατριώτη του Μέγα Βασίλειο, συνδέθηκαν αδελφικά κι έμειναν μαζί σπουδάζοντας έξι ολόκληρα χρόνια την έξω φιλοσοφία. Στο τέλος του προσφέρθηκε καθηγητική θέση, μα εκείνος προτίμησε να ξαναγυρίσει στην πατρίδα του Ναζιανζό.
Το 375, όταν πέθανε ο πατέρας του, οι ορθόδοξοι της Κωνσταντινούπολης, που οι αρειανοί τούς είχαν πάρει όλες σχεδόν τις Εκκλησίες, πήγαν στη Ναζιανζό και κάλεσαν τον άγιο αυτό.Ήταν ο μόνος που θα μπορούσε, με τη θεολογική του σοφία και τη ρητορική του δεινότητα να αντιμετωπίσει τους αιρετικούς. Ήλθε λοιπόν στην Κωνσταντινούπολη, και σε μια μικρή Εκκλησία της αγίας Αναστασίας η Ορθοδοξία έστησε το στρατηγείο της εναντίον των αιρέσεων, τους περίφημους πέντε θεολογικούς λόγους κατά των αρειανών και των μακεδονιανών.
έζησε στα χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς, πριν από 220 περίπου χρόνια (1714-1779).
Ταπεινός καλόγερος στην εξωτερική του εμφάνιση , φλογερός όμως στην ψυχή και αδούλωτος στο φρόνημα, ξεπετάχθηκε μέσα από τα σπλάγχνα του λαού μας στην κατάλληλη στιγμή, με γονιμοποιημένη τη σκέψη από το ασκητικό ιδεώδες της Ορθοδοξίας μας.Είπε πολλές προφητείες και με συμβολικό τρόπο εκφράσθηκε για πρόσωπα και καταστάσεις της εποχής του, καθώς και για το μέλλον της φυλής μας.
Είναι άξιες μεγάλης προσοχής οι προφητείες αυτές, γιατί αποδεικνύουν όντως θεοφόρο και θεόπνευστο τον άνδρα αυτόν, πολλές δε απ’ αυτές εκπληρώθηκαν στο ακέραιο, ενώ άλλες ακόμη αναμένουν τον κατάλληλο καιρό για να εκπληρωθούν.
Ανέλαβε ν’ απαντήσει θεολογικά στις κατηγορίες του Βαρλαάμ, γράφοντας μια σειρά εννέα βιβλίων με τον τίτλο «Υπέρ των Ησυχαζόντων». Το πρόβλημα που έθετε ο Βαρλαάμ δεν ήταν τόσο απλό όσο φαινόταν στην αρχή, μια διαφορετική άποψη για ένα επί μέρους θεολογικό θέμα του πρακτικού βίου των μοναχών. Στην πραγματικότητα, ο Βαρλαάμ προσπαθούσε να διαστρεβλώσει βασικές πτυχές της Ορθόδοξης Θεολογίας, όπως η διδασκαλία της Εκκλησίας περί εκπορεύσεως του αγίου Πνεύματος, περί της γνώσεως του Θεού και περί της θέας του θείου Φωτός. Η διένεξη αυτή είναι γνωστή στην Εκκλησιαστική Ιστορία ως “Ησυχαστική ΄Εριδα” και κράτησε για 25 χρόνια (1335-1360). Η πρώτη φάση της έριδος έληξε το 1341 με την καταδίκη του Βαρλαάμ από Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη. Κατά το ίδιο έτος, πριν περάσουν ελάχιστοι μήνες, κατά τη δεύτερη περίοδο της έριδος (1341-1347) ο άγιος με τον ξαφνικό θάνατο του αυτοκράτορα Ανδρονίκου Γ΄ το 1341, καταδιώχθηκε από τους πολιτικούς προστάτες του Βαρλαάμ, για να καταλήξει τελικά στις φυλακές των ανακτόρων στην Κωνσταντινούπολη. Και κατά την τρίτη φάση της ησυχαστικής έριδος (1348-1355), έστω κι αν εξορίσθει και εταλαιπωρήθει ως αιχμάλωτος των Τούρκων, αγέρωχα συνέχισε τον αγώνα του με επιτυχία. ΄Εγινε το ορατό σύμβολο της Ορθοδοξίας των Ορθοδόξων. Τελικά σε ηλικία 63 χρονών, στις 14 Νοεμβρίου 1359, μετά από βαριά ασθένεια κοιμήθηκε για πάντα, αφήνοντας όμως ήδη πίσω του ένα τεράστιο συγγραφικό έργο, μέσα από το οποίο καθορίζεται με σαφήνεια το περιεχόμενο της πίστεως .
Παρά το γεγονός πως εκείνη την εποχή δεν ήταν ότι πιο εύκολο να ακολουθεί κάποιος την «νέα θρησκεία», οι γονείς της την ανέθρεψαν με βάση την χριστιανική διδασκαλία.
Όταν εκείνοι έφυγαν από τη ζωή,πούλησε όλη την περιουσία της για να την διανείμει στους Χριστιανούς που ζούσαν στην περιοχή.
Λέγεται πως η ίδια ακολούθησε ομάδες ιεραποστόλων που κήρυτταν τον Χριστιανισμό στους ειδωλολάτρες της εποχής, κάτι το οποίο είχε σαν αποτέλεσμα τη σύλληψη της. Οδηγήθηκε ενώπιον του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αντωνίνου προκειμένου να δώσει εξηγήσεις για την δράση της.
Εκεί αφού και η ίδια παραδέχθηκε πως δεν ακολουθεί την επίσημη θρησκεία αλλά την χριστιανική, της ζητήθηκε να δηλώσει άρνηση και να επιστρέψει στην θρησκεία των ειδώλων.
Ένα από τα βασανιστήρια που υπέστη ήταν αυτό της πυρακτωμένης περικεφαλαίας. Της τοποθέτησαν δηλαδή στο κεφάλι μια περικεφαλαία την οποία προηγουμένως είχαν πυρακτώσει. Πρόκειται για ένα από τα σκληρότερα βασανιστήρια εκείνης της εποχής που είχε σαν αποτέλεσμα αργό και βασανιστικό θάνατο. Δεν έπαθε τίποτα!Επόμενη κίνηση ήταν να την ρίξουν σε ένα καζάνι όπου έβραζε πίσσα.
Κι όμως, η νεαρή κοπέλα βγήκε χωρίς κανένα έγκαυμα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να εντυπωσιαστεί τόσο ο Αυτοκράτορας που θεωρώντας ότι κάτι δεν έχει γίνει σωστά, ζήτησε να ρίξουν πάνω του πίσσα για να διαπιστώσει και ο ίδιος.
Κάποιες σταγόνες πίσσας έπεσαν στα μάτια του με αποτέλεσμα ο ίδιος να τυφλωθεί επιτόπου. Την ίδια στιγμή, έχοντας πεισθεί με τον πλέον επώδυνο τρόπο πως η αγία πέρασε πράγματι το μαρτύριο χωρίς να πάθει κάτι, ο Αυτοκράτορας ζήτησε να ακολουθήσει κι εκείνος την χριστιανική πίστη.
Υπήρξε η πιστή και αφοσιωμένη Μαθήτρια του Ιησού, η ακόλουθος της Υπεραγίας Θεοτόκου, η Διακόνισσα του Κυρίου και των Αποστόλων, η εκλεκτή Μυροφόρος, η Ευαγγελίστρια της Αναστάσεως, η Ισαπόστολος και κήρυκας της πίστεως. Σ' αυτήν δόθηκε η χάρις να δει πρώτη μετά την Ανάσταση, μαζί με την Θεοτόκο, τον Αναστάντα Ιησού. Αυτή μετέφερε τη χαρμόσυνη είδηση στους Αποστόλους για την Ανάσταση του Κυρίου. Μέσα στα ιερά Ευαγγέλια δοξάζεται από τους αγίους τέσσερις Ευαγγελιστές, ως πρώτη μετά την Θεοτόκο, Μαθήτρια και Μυροφόρος. Πατέρες της Εκκλησίας μας την χαρακτηρίζουν σεμνή και σοφή παρθένα με ψυχική ωραιότητα. Η αγία υπήρξε ωραίο και ευγενικό παράδειγμα γυναικείας αφοσιώσεως, που φθάνει στην αυταπάρνηση και τον ηρωισμό. Είναι κατασυκοφάντηση και βλάσφημος λόγος εναντίον της αγίας η ταύτισή της με την αμαρτωλή γυναίκα του Ευαγγελίου, η οποία στο σπίτι του Φαρισαίου άλειψε τα πόδια του Ιησού με μύρα. Έχει γίνει δυστυχώς μεγάλη παρερμηνεία των περικοπών του ιερού Ευαγγελίου από ορισμένους συγγραφείς .Η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη της αγίας Μυροφόρου και Ισαποστόλου την 22 Ιουλίου.
Η ιστορία την συνδέει με τον βασιλέα Θεόφιλο (829-842). Ο χρονογράφος Γεώργιος Μοναχός που έζησε τον 9ο αιώνα (P.G. 110,1008) γράφει ότι η μητέρα του αυτοκράτορα, ή κατ’ άλλους η μητρυιά Ευφροσύνη (Κεδρηνός, τέλη 11ου και αρχές 12ου αιώνα, P.G. 121,985), θέλησε ο υιός της Θεόφιλος να βρει την κατάλληλη σύζυγο, διαλέγοντας μεταξύ πολλών νεανίδων που συγκεντρώθηκαν στα ανάκτορα. Σ’ αυτήν που θα του άρεσε περισσότερο, του έδωσε η μητέρα του να της προσφέρει ένα χρυσό μήλο. Ο Θεόφιλος εντυπωσιάσθηκε από την ομορφιά της κοπέλας και ελκύσθηκε προς αυτήν. Αλλά θέλησε πριν της δώσει το χρυσό μήλο να ελέγξει και την εξυπνάδα και την ετοιμότητά της. Γι’ αυτό της είπε· «Ως άρα διά γυναικός ερρύη τα φαύλα!» εννοώντας την Εύα. Η κοπέλα τότε απάντησε εύστοχα και ευφυέστατα· «Αλλά και διά γυναικός πηγάζει τα κρείττονα» εννοώντας την Παναγία. Τότε ο αυτοκράτορας, επειδή πληγώθηκε το γόητρό του από την απάντηση, έδωσε το μήλο σε μια άλλη κοπέλα, την Θεοδώρα, που καταγόταν από την Παφλαγονία της Μ. Ασίας. Έκτοτε η κοπέλα έκτισε μοναστήρι και έζησε την αφιερωμένη ζωή της μοναχής. Ποια είναι;
Ο συνοδοιπόρος του Αποστόλου Παύλου και οικείος των Φιλιππησίων Ευαγγελιστής Λουκάς καταγράφει στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων για την πρώτη επίσκεψή τους στους Φιλίππους και το βάπτισμα της πορφυροπώλιδος : «Όταν είδε το όραμα, ζητήσαμε αμέσως να φέρουμε σε αυτούς το χαρμόσυνο άγγελμα. Αφού λοιπόν ξεκινήσαμε από την Τρωάδα, πλεύσαμε κατ’ ευθείαν στη Σαμοθράκη, την δε επομένη στη Νεάπολη και από εκεί στους Φιλίππους, η οποία είναι η πρώτη πόλη της περιοχής εκείνης της Μακεδονίας, μία αποικία Ρωμαϊκή, και μείναμε στην πόλη σε μέρος κοντά στον ποταμό, όπου νομίζαμε ότι υπήρχε τόπος προσευχής και καθίσαμε και μιλούσαμε στις γυναίκες πού είχαν συγκεντρωθεί εκεί. Κάποια γυναίκα, από την πόλη των Θυατείρων, ......, η οποία πωλούσε πορφύρα, γυναίκα θεοσεβής, άκουγε και ο Κύριος της άνοιξε την καρδιά, για να προσέχει σε όσα έλεγε ο Παύλος. Όταν βαπτίσθηκε αυτή και οι οικιακοί της, μάς είπε, «Εάν με κρίνατε ότι είμαι πιστή στον Κύριο, ελάτε να μείνετε στην οικία μου, και μάς πίεζε…»».
Γεννήθηκε στην Ρώμη την εποχή που αυτοκράτορας στην αμαρτωλή και αντίχριστο αυτή πόλη ήταν ο ασεβής τύραννος Διοκλητιανός. Ο αυτοκράτορας εκείνος ήταν από τους πιο
θηριώδεις διώκτες του Χριστιανισμού.
Ήταν η μακαρία και ταπεινή. Η ταπείνωση της ήταν τέτοια, που τακτικά ξεντυνόταν τα πολύτιμα και λαμπρά της φορέματα, ντυνόταν φτωχικά για να μη την γνωρίζουν και πήγαινε
με τη δούλη της στις φυλακές.
Εκεί φρόντιζε τους ομολογητές Χριστιανούς. Τους περιποιόταν και τους καθάριζε τις πληγές τους και τα αίματα. Τους καταφιλούσε τις πληγές που είχαν για το Χριστό. Τους
παρηγορούσε και έδινε κουράγιο στους Μάρτυρες και τους βασανιζομένους Χριστιανούς για να μη δειλιάσουν στις πρόσκαιρες τιμωρίες. Τους έδινε τροφές, ενδύματα και ότι
άλλο είχαν ανάγκη. όλα δε αυτά τα έκανε κρυφά και ιδίως την νύκτα, για να μη την πάρουν είδηση.
Πώς το κατόρθωνε; Έδινε αρκετά χρήματα στους δεσμοφύλακες και εκείνοι την άφηναν και έμπαινε ελεύθερα μέσα.
Το μαρτύριό της; Την καθήλωσαν κάτω δεμένη και γύρω - γύρω άναψαν φωτιά. Το μαρτύριο ήταν τρομερό, αλλ’ η Αγία το δέχθηκε με χαρά. Κατ’ αυτόν τον τρόπον μέσα στις φλόγες η
Αγία παρέδωσε την αγία της ψυχή στο Θεό, που τόσον αγάπησε εδώ.