Τα προγράμματα πρέπει να μη βλέπουν τη μνήμη κυρίως για λόγους όπως ότι θα μπορούσαν να διαγράψουν ακόμα και το λειτουργικό σύστημα, ή επειδή είναι δύσκολο να βρίσκονται πολλά ταυτόχρονα στη μνήμη.
Οι χώροι διευθύνσεων αποτελούν φυσική μορφή (υλικό) της μνήμης μιας διεργασίας.
Ο καταχωρητής βάσης περιέχει την αρχική διεύθυνση προγράμματος. Κάθε διεύθυνση του προγράμματος, όταν αυτό φορτώνεται στη μνήμη, θα προστίθεται σ' αυτόν.
Ο καταχωρητής ορίου περιέχει πάντα τη τελευταία θέση της μνήμης.
Στην εναλλαγή διεργασιών, αν δε χωράνε όλα τα προγράμματα στη μνήμη, χρησιμοποιείται ο δίσκος για αποθήκευση των αδρανών διεργασιών.
Η εναλλαγή διεργασιών διατηρεί τη μνήμη ακέραια.
Κατά την εναλλαγή διεργασιών, απαιτείται σύμπτυξη μνήμης περιοδικά ώστε να μην υπάρχουν κενά.
Κατά την εναλλαγή διεργασιών, στις διεργασίες με δυναμικό μέγεθος παρέχεται δυνατότητα δυναμικής κατανομής χώρου μνήμης.
Κατά τη διαχείριση μνήμης με χάρτες bit, η μνήμη διαιρείται σε ισομεγέθη τμήματα.
Κατά τη διαχείριση μνήμης με χάρτες bit, το μέγεθος της μονάδας κατανομής τμημάτων δεν έχει ιδιαίτερη σημασία.
Κατά τη διαχείριση μνήμης με συνδεδεμένες λίστες, υπάρχει μια λίστα με στοιχεία για κάθε τμήμα μνήμης.
Κατά τη διαχείριση μνήμης με συνδεδεμένες λίστες, η ταξινόμηση της λίστας γίνεται αποκλειστικά σύμφωνα με το μέγεθος τμημάτων.
Κατά τη διαχείριση μνήμης με συνδεδεμένες λίστες, συνήθως η λίστα είναι διπλά συνδεδεμένη.
Κατά τη διαχείριση μνήμης με συνδεδεμένες λίστες, η επιλογή τμήματος προς χρήση γίνεται με 4 τρόπους. Ποιοι από τους παρακάτω περιγράφονται σωστά?
Πρώτη προσαρμογή (first fit) :Χρησιμοποιείται η πρώτη οπή που ταιριάζει
Επόμενη προσαρμογή (next fit): Χρησιμοποιείται η δεύτερη διαθέσιμη οπή που ταιριάζει
Βέλτιστη προσαρμογή (best fit): Ψάχνουμε όλη τη λίστα για την μικρότερη δυνατή οπή
–Χειρότερη προσαρμογή (worst fit): Ψάχνουμε τη μισή λίστα για την μικρότερη δυνατή οπή
Κατά τη διαχείριση μνήμης με συνδεδεμένες λίστες, η επιλογή τμήματος προς χρήση μπορεί να γίνει με χρήση χωριστής λίστας για τις οπές και άλλης για τις διεργασίες.
Κατά τη διαχείριση μνήμης με συνδεδεμένες λίστες, απαιτείται εξωτερική λίστα οπών.
Κατά τη διαχείριση μνήμης με συνδεδεμένες λίστες, με χρήση γρήγορης προσαρμογής (quick fit), διατηρούνται λίστες οπών με διάφορα μεγέθη.