ουσιαστικό
π.χ. Οι πράξεις τους δείχνουν πως βρίσκεται σε σύγχυση και δεν είναι σε θέση να πάρει αποφάσεις.
πρακτικός
Nota:
επίθετο
π.χ. Αυτός ο τρόπος επίλυσης των προβλημάτων φαίνεται ιδιαίτερα πρακτικός.
πράγμα
Nota:
ουσιαστικό
π.χ. Έχει ένα δωμάτιο γεμάτο πράγματα!
πραγματώνω
Nota:
ρήμα
π.χ. Μόνο με επιμονή και προσήλωση μπορείς να πραγματώσεις τους στόχους σου.
πραματευτής
Nota:
ουσιαστικό
π.χ. Οι πραματευτές ήταν οι έμποροι της εποχής, πριν αναπτυχθούν τόσο οι κοινωνίες.
σύνθετες
πραγματοποιώ
Nota:
ρήμα
π.χ. Οι εργαζόμενοι πραγματοποιούν συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από το Υπουργείο Εργασίας.
πολυπράγμων
Nota:
επίθετο (προέρχεται από μετοχή της α.ε.)
π.χ. Το χαρακτηριστικό του είναι πως είναι πολυπράγμων και δραστήριος.
άπρακτος
Nota:
επίθετο
π.χ. Καθόταν σε μια γωνία και παρέμενε άπρακτος, σαν να τα είχε χαμένα.
πραγματογνωμόνας
Nota:
ουσιαστικό
π.χ. Τον έλεγχο των τροχαίων ατυχημάτων αναλαμβάνουν οι πραγματογνώμονες, οι οποίοι ερευνούν το περιστατικό.
κοινοπραξία
Nota:
ουσιαστικό
π.χ. Αύριο θα ανακοινωθεί και επίσημα η κοινοπραξία των ατμοπλοϊκών εταιρειών.
διαπραγματεύομαι
Nota:
ρήμα
π.χ. Ο πρωθυπουργός την επόμενη εβδομάδα θα βρεθεί στις Βρυξέλλες με σκοπό να διαπραγματευτεί τους όρους του δανείου που πρόκειται να λάβει η χώρα.
εχθροπραξία
Nota:
ουσιαστικό
π.χ. Δυστυχώς, η ανακωχή δεν τηρήθηκε και πολύ γρήγορα ξεκίνησαν εκ νέου οι εχθροπραξίες.
σύμπραξη
Nota:
ουσιαστικό
π.χ. Μόλις ανακοινώθηκε η σύμπραξη δύο μεγάλων κομμάτων ενόψει των εκλογών.
εισπράττω
Nota:
ρήμα
π.χ. Κάθε μήνα έρχεται για να εισπράξει το ενοίκιο.
διαπράττω
Nota:
ρήμα
π.χ. Κατηγορείται ότι διέπραξε φόνο εκ προμελέτης και δεν προβλέπεται να κατορθώσει να αναιρέσει τις κατηγορίες.