καλός -ή -όν

Description

λεξ πιν β
Chara Sotiropoulou
Mind Map by Chara Sotiropoulou, updated more than 1 year ago
Chara Sotiropoulou
Created by Chara Sotiropoulou over 7 years ago
13
0

Resource summary

καλός -ή -όν
  1. αρχαία ελληνικά
    1. σύνθετα
      1. καλλίκομος

        Annotations:

        • < κάλλος + κόμη = αυτή που έχει ωραία μαλλιά
        1. καλλίπαις

          Annotations:

          • < κάλλος + παῖς = αυτός που έχει καλά παιδιά
          1. καλλίνικος

            Annotations:

            • < κάλλος + νίκη = αυτός που θριαμβεύει με δόξα, που θριαμβεύει κατά των εχθρών
            1. καλλιστέφανος

              Annotations:

              • < κάλλος + στέφανος = ο καλά εστεμμένος
              1. Καλλισθένης
                1. καλλιπάρῃος

                  Annotations:

                  • < κάλλος + παρεία = αυτός που έχει ωραία μάγουλα
              2. νέα ελληνικά
                1. απλά
                  1. καλοσύνη
                    1. καλοσυνάτος
                      1. καλλυντικό
                      2. σύνθετα
                        1. καλοδέχομαι
                          1. καλοθρεμμένος
                            1. καλολογικός

                              Annotations:

                              • = αυτός που αναφέρεται στην καλολογία καλολογία = η αισθητική του λόγου, η σπουδή του αισθητικά καλού στο γραπτό ή στον προφορικό λόγο βλ. καλολογικά στοιχεία
                              1. καλομαθαίνω
                                1. καλοπιάνω
                                  1. καλόπιστος

                                    Annotations:

                                    • = αυτός που έχει διάθεση να συνεννοηθεί με τους άλλους με ειλικρίνεια και εντιμότητα
                                    1. καλοπροαίρετος

                                      Annotations:

                                      • = αυτός που αντιμετωπίζει τον άλλο με καλή διάθεση, χωρίς την πρόθεση να τον βλάψει, να του δημιουργήσει πρόβλημα
                                      1. καλότυχος
                                        1. καλοτάξιδος
                                          1. καλορίζικος

                                            Annotations:

                                            • = καλότυχος, κυρίως ως ευχή με την ευκαιρία ενός ευχάριστου γεγονότος που θεωρείται η απαρχή μαις καινούργιας ζωής, μιας νέας περιόδου
                                            1. καλοπέραση
                                              1. καλλιμάρμαρος

                                                Annotations:

                                                • = χαρακτηρισμός οικοδομήματος που το έχουν χτίσει ή επενδύσει με εκλεκτά μάρμαρα
                                            2. αρχαία & νέα ελληνικά
                                              1. απλά
                                                1. τό κάλλος

                                                  Annotations:

                                                  • = ομορφιά
                                                  1. ἡ καλλονή

                                                    Annotations:

                                                    • = ομορφιά
                                                    1. τό καλλιστεῖον

                                                      Annotations:

                                                      • = βραβείο ομορφιάς        ή    βραβείο γενναιότητας
                                                    2. σύνθετα
                                                      1. καλοήθης

                                                        Annotations:

                                                        • < καλός + ήθος
                                                        1. καλοκαγαθία

                                                          Annotations:

                                                          • < καλός + ἀγαθός
                                                          1. καλλιεπής

                                                            Annotations:

                                                            • < κάλλος + ἔπος = η ωραία γλώσσα
                                                            1. καλοκαιρία
                                                              1. καλλωπίζω

                                                                Annotations:

                                                                • = ομορφαίνω, κάνω κάτι όμορφο
                                                                1. καλλίφωνος
                                                                  1. καλλιφωνία
                                                                    1. καλλιγραφῶ
                                                                      1. Καλλιρρόη
                                                                        1. καλλιγραφία
                                                                          1. καλλιτεχνία
                                                                            1. καλλιεργῶ
                                                                          Show full summary Hide full summary

                                                                          Similar

                                                                          Βιομηχανική επανάσταση
                                                                          Chara Sotiropoulou
                                                                          Social Influence
                                                                          smita089
                                                                          Business Studies Unit 2
                                                                          tara.springate
                                                                          A Christmas Carol - Charles Dickens
                                                                          chloeprincess10
                                                                          Electromagnetism: Magnetic Flux Density & Magnetic Flux 2
                                                                          tatemae.honne
                                                                          English Literary Terminology
                                                                          Fionnghuala Malone
                                                                          An Inspector Calls: Eric Birling
                                                                          Rattan Bhorjee
                                                                          GCSE Chemistry C1 (OCR)
                                                                          Usman Rauf
                                                                          Using GoConqr to teach Maths
                                                                          Sarah Egan
                                                                          GCSE Combined Science
                                                                          Derek Cumberbatch
                                                                          Creating Mind Maps with GoConqr
                                                                          Sarah Egan